Ο τραυλισμός είναι μια δυσκολία στη ροή της ομιλίας. Αποτελεί μία σύνθετη διαταραχή που συνήθως χαρακτηρίζεται από διακοπτόμενη ροή ομιλίας λόγω επαναλαμβανόμενων κολλημάτων, επαναλήψεων ή επιμηκύνσεων ήχων στην αρχή ή τη μέση της λέξης. Συχνά συνοδεύονται από αντανακλαστικές συσπάσεις του προσώπου ή του σώματος και σε ορισμένες περιπτώσεις από απώλεια βλεμματικής επαφής και απώλεια ελέγχου του ρυθμού της αναπνοής. Τα λεκτικά συμπτώματα συσχετίζονται με αρνητικά συναισθήματα όπως είναι ο φόβος για λεκτική επικοινωνία ή ένα αίσθημα επικοινωνιακής ανεπάρκειας και ανασφάλειας και με συμπεριφορές αποφυγής όπως είναι η αποφυγή λέξεων, προσώπων, ή επικοινωνιακών περιστάσεων. Στα παιδιά σχολικής ηλικίας και στους ενηλίκους εμφανίζεται με συχνότητα 1% του συνολικού πληθυσμού ενώ το ποσοστό των παιδιών προσχολικής ηλικίας που για κάποιο διάστημα της ζωής τους εμφάνισαν δυσκολίες ροής αγγίζει το 5%. Είναι 3 φορές συχνότερος σε οικογένειες με ανάλογο κληρονομικό ιστορικό και 4 φορές συχνότερος στα αγόρια από ότι στα κορίτσια.
Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως μεταξύ του δεύτερου και του πέμπτου έτους σαν μία δυσχέρεια στη ροή της ομιλίας που χαρακτηρίζεται κυρίως από επαναλήψεις της αρχικής συλλαβής, επαναλήψεις ολόκληρων λέξεων (κυρίως μικρών) ή φράσεων και σπανιότερα από απώλεια ελέγχου του ρυθμού της αναπνοής, μπλοκαρίσματα και συσπάσεις του προσώπου. Για πολλά παιδιά (όχι για όλα) η δυσχέρεια αυτή είναι ένα αναμενόμενο, φυσιολογικό και παροδικό χαρακτηριστικό του σταδίου εξέλιξης της ομιλίας στο οποίο βρίσκονται. Για άλλα παιδιά τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι τα σημάδια ενός αρχόμενου τραυλισμού. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, πριν την εμφάνιση της δυσχέρειας στη ροή της ομιλίας προηγείται μία περίοδος καλής ομιλίας χωρίς κολλήματα ή επαναλήψεις. Η εκκίνηση μπορεί να είναι σταδιακή ή και αιφνίδια. Άλλες φορές σχετίζεται με κάποιο σημαντικό γεγονός στη ζωή του παιδιού και άλλες όχι.
Σημαντικό ρόλο παίζουν εγγενείς και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Η κληρονομική προδιάθεση. Οι γενικότερες δυσκολίες που μπορεί να έχει το παιδί στην ανάπτυξή του. Οι ειδικότερες δυσκολίες που μπορεί να έχει στην εξέλιξη του λόγου και της ομιλίας και η επικοινωνιακή του ικανότητα και αποτελεσματικότητα. Οι απαιτήσεις που θέτει το περιβάλλον του παιδιού σε σχέση με τις ικανότητες που έχει το παιδί με βάση την ανάπτυξή του. Ο τρόπος που λειτουργούν οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας. Οι αντιδράσεις του άμεσου και ευρύτερου περιβάλλοντος του παιδιού στην εμφάνιση του τραυλισμού. Σημαντικά γεγονότα που συμβαίνουν στη ζωή του παιδιού ή της οικογένειας τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Παρεμβαίνοντας με στόχο τον έλεγχο των ανωτέρω παραγόντων –απαραιτήτως σε συνεργασία με τους γονείς- μπορούμε να βοηθήσουμε στην πρόληψη μιας αρνητικής εξέλιξης στην ομιλία του παιδιού.