Ο Αυτισμός είναι μία ασθένεια που γίνεται ολοένα και πιο αναγνωρίσιμη στη σημερινή κοινωνία, και σχετίζεται άμεσα με τη νευροαναπτυξιακή εξέλιξη του παιδιού, που είναι η προοδευτική κατάκτηση δεξιοτήτων σε όλους τους τομείς, αντανακλώντας έτσι την ακεραιότητα και ωρίμανση του Νευρικού Συστήματος.
Η έναρξη γίνεται στην πρώιμη ηλικία όπως αναφέρουν τα κριτήρια DSM 4 (1994), προ των 3 ετών, ενώ όπως αναφέρουν έρευνες του πανεπιστημίου Γέιλ, μπορεί να παρατηρηθεί με ειδικά όργανα από την ηλικία των 4 μηνών.
Οι περισσότεροι γονείς αντιλαμβάνονται τα αυτιστικά χαρακτηριστικά περίπου στους 18 μήνες. Αυτό γίνεται γιατί περίπου σε κείνη την ηλικία το παιδί, αναμένεται να έχει κατακτήσει συγκεκριμένα ορόσημα, όπως στην ομιλία και στη συμπεριφορά, που στον αυτισμό είναι διαταραγμένα, ή παρατηρείται παλινδρόμηση, δηλαδή απώλεια των ικανοτήτων που είχε αποκτήσει το παιδί.
Η συχνότητα Αυτισμού – Διάχυτων Αναπτυξιακών Διαταραχών (ΔΑΔ) θεωρείται ότι έχει αυξηθεί, ίσως λόγω καλύτερης διάγνωσης και είναι 4 φορές πιο συχνό στα αγόρια.
Η αιτιολογία του, θεωρείται κατά πάσα πιθανότητα πολυπαραγοντική και ακόμα διενεργούνται έρευνες σε παγκόσμια κλίμακα.
Ενώ όμως, η αιτία παραμένει αδιευκρίνιστη, οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν τον αυτισμό σαν μία εγκεφαλική δυσλειτουργία, η οποία δυσκολεύει το άτομο να εισχωρήσει και να ανταποκριθεί στον κόσμο. Ο Αυτισμός έχει παρατηρηθεί σε αρκετά μέλη των ίδιων οικογενειών, και μερικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί η αιτία να είναι γενετικός παράγοντας. Έχουν αναγνωρίσει κάποια γονίδια που πιθανώς να παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη του αυτισμού.
Η λέξη «Αυτισμός» προέρχεται από την ελληνική λέξη «εαυτός». Τα παιδιά είναι κλεισμένα στον εαυτό τους και δεν είναι ικανά να επικοινωνήσουν και να αλληλεπιδράσουν με επιτυχία με τους άλλους. Συγκεκριμένα εμφανίζει συμπτώματα που αφορούν στην αμφίδρομη κοινωνικότητα – επικοινωνία, με το παιδί να μη συμμετέχει σε κοινωνικές συμπεριφορές, ή συνήθειες που αρχίζουν λίγο μετά τη γέννησή του, όπως το χαμόγελο στους γονείς. Δεν εννοούμε ένα τυχαίο χαμόγελο που μπορεί να εμφανίσει το παιδί, αλλά χαμόγελο που παρατηρείται όταν επικοινωνούμε μαζί του , όταν μας νιώθει , δηλ. ένα χαμόγελο με νόημα. Άλλες διαταραχές της κοινωνικότητας και της κοινωνικής επικοινωνίας μπορεί να είναι καταστάσεις όπου το παιδί δεν δέχεται σταθερά να το αγκαλιάζουν ή να το προσεγγίζουν με τρυφερότητα.
Το 75% παρουσιάζει Πνευματική Καθυστέρηση, αν και το 10% παρουσιάζει εξαιρετικές ικανότητες. Ένα ποσοστό παιδιών(15%) μπορεί να έχουν τη δυνατότητα να απορροφούν πληροφορίες, αλλά λόγω της ιδιομορφίας της ασθένειας, οι πληροφορίες δεν προσλαμβάνονται από το παιδί, εκτός αν αυτές δοθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνονται αντιληπτές από το παιδί.
Γι’ αυτό νεότερες μέθοδοι αντιμετώπισης όπως η Εφαρμοσμένη Συμπεριφορική Ανάλυση (ΑΒΑ), αλλά και η Αισθητηριακή Ολοκλήρωση στοχεύουν στη διοχέτευση πληροφοριών με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να τις απορροφά το παιδί, και να μειώνεται η πιθανότητα ανάπτυξης πνευματικής υστέρησης.
Είναι αποδεδειγμένο ότι η έγκαιρη παρέμβαση από μικρές ηλικίες, έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση των νοητικών ικανοτήτων των παιδιών.
Επιπλέον συναντούμε μία μερίδα παιδιών που έχουν εξαιρετικές ικανότητες, με δείκτη νοημοσύνης πολύ ανώτερο του μέσου όρου, αλλά συνδυασμένο με κοινωνική δυσκολία αλληλεπίδρασης, σε διάφορους τομείς.
Αν και θεωρείται διφορούμενο ακόμα, το Σύνδρομο ASPERGER, ή «των μικρών καθηγητών» όπως το ονομάζουν άλλοι, ανήκει στο φάσμα του Αυτισμού, με αδυναμία αντίληψης των κοινωνικών δομών και αλληλεπιδράσεων.
Ως αποτέλεσμα: η παραμικρή κοινωνική αλληλεπίδραση σε τέτοια παιδιά, πρέπει να μαθαίνεται από την αρχή, να μη θεωρείται δεδομένη και να επεξηγείται πάρα πολύ καλά και λεπτομερώς. Αυτό ισχύει για απλά πράγματα, όπως το να χαιρετάμε κάποιον, έως πιο πολύπλοκα, π.χ. για τους εφήβους, το πώς να γνωρίζουμε και να προσεγγίζουμε άτομα του αντίθετου φύλλου.
Όσον αφορά στο λόγο, το 50% των παιδιών δεν έχουν προφορικό λόγο, με διάφορες διαβαθμίσεις και είναι ένας από τους τομείς, που απασχολεί σοβαρά τους γονείς. Συνήθως ο λόγος τους είναι φτωχός ή δεν παρατηρείται καθόλου.
Τα περισσότερα παιδιά έχουν δικό τους λόγο – επικοινωνία, δηλαδή αναπτύσσουν δικές τους λέξεις και νοήματα, με τα οποία προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Όταν τα παιδιά δε γίνονται αντιληπτά σε αυτό που θέλουν να πουν, τότε δημιουργείται εκνευρισμός και αγανάκτηση εκ μέρους των παιδιών, ακριβώς γιατί δεν τα καταλαβαίνουμε.
Μπορεί να συναντήσουν δυσκολία στην ανάπτυξη της ομιλίας και στην κατανόηση των άλλων συνομιλητών τους , καθώς και δυσκολία στη μη λεκτική επικοινωνία, όπως οι χειρονομίες, τα νοήματα, η βλεμματική επαφή ή οι εκφράσεις του προσώπου.
Πρόβλημα στο λόγο δεν έχουν όλα τα παιδιά: Εξαρτάται από τη νοητική κατάσταση και την κοινωνική ανάπτυξη. Μερικά παιδιά ίσως δεν μπορέσουν ποτέ να μιλήσουν. Άλλα μπορεί να έχουν πλούσιο λεξιλόγιο, αλλά σε συγκεκριμένα θέματα και με πολλές λεπτομέρειες. Άλλα παιδιά μπορεί να έχουν πρόβλημα στην κατανόηση και στο ρυθμό των λέξεων και των προτάσεων, και μπορεί να μην είναι ικανά να καταλάβουν τη γλώσσα του σώματος και τη χροιά της φωνής.
Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στα παιδιά με αυτισμό , απαιτείται συνδυασμένη προσπάθεια πολλών ειδικών και άμεση ανάμειξη των γονέων.
Διδάσκοντας στα παιδιά με αυτισμό πώς να επικοινωνούν, τους βοηθούμε να ανακαλύψουν τις δυνατότητές τους. Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις για να βελτιώσουν την επικοινωνία τους. Το πρόγραμμα πρέπει να ξεκινήσει από την προσχολική ηλικία και να εξελίσσεται ανάλογα με την ηλικία και τα ενδιαφέροντα του παιδιού. Τα παιδιά έχουν ανάγκη εκπαίδευσης με δομημένα προγράμματα διδασκαλίας.
Η κατάλληλη αντιμετώπιση των δυσκολιών στην επικοινωνία που συναντώνται στο φάσμα του αυτισμού δεν θα πρέπει να επικεντρώνονται μόνο στο ίδιο το άτομο με στόχο την προσαρμογή του στο περιβάλλον, αλλά και στο περιβάλλον το οποίο θα πρέπει να προσαρμοστεί στο άτομο.